Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ῥέουσα κατὰ τὰς ς

См. также в других словарях:

  • στενότητα — η / στενότης, ητος, ΝΜΑ, και ιων. τ. στεινοτης Α [στενός] 1. η ιδιότητα τού στενού, το να είναι κάτι στενό («στενότητα χώρου») 2. συνεκδ. έλλειψη, ανεπάρκεια (α. «οικονομική στενότητα» ποσοτική και ποιοτική ανεπάρκεια αγαθών και παραγωγικών… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»